
Η Εκκλησία της Λήμνου υπαγόταν αρχικά στην Εκκλησία της Ρώμης. Κι αυτό διότι η Επισκοπή Λήμνου, προτού αυτή προαχθεί σε Αρχιεπισκοπή και στη συνέχεια σε Μητρόπολη, υπαγόταν στη Μητρόπολη της Θεσσαλονίκης. Η πόλη της Θεσσαλονίκης κατείχε σημαντική διοικητική θέση στο ρωμαϊκό κράτος, αρχικά ως πρωτεύουσα της Μακεδονίας (επαρχία που περιελάμβανε τον βορειοελλαδικό χώρο –πλην της Θράκης– και που αργότερα η διοικητική δικαιοδοσία της επεκτάθηκε και στο νότιο τμήμα της Ελλάδας μαζί με τα νησιά, έως και την Κρήτη) και στη συνέχεια ως πρωτεύουσα του Ανατολικού Ιλλυρικού (που, εκτός από την επαρχία της Μακεδονίας, περιελάμβανε και την επαρχία της Δακίας, η οποία κάλυπτε το βορειοδυτικό τμήμα της χερσονήσου του Αίμου). Η διοικητική υπαγωγή του Ανατολικού Ιλλυρικού στο δυτικό ρωμαϊκό κράτος είχε ως αποτέλεσμα και τη σύνδεση της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης με την Εκκλησία της Ρώμης, και επομένως και της Επισκοπής Λήμνου με τη Ρώμη. Ακόμη, ο αρχιερέας της Θεσσαλονίκης, λόγω της ευρείας δικαιοδοσίας του, είχε αποκτήσει τον τίτλο του «Εξάρχου της Εκκλησίας της Ελλάδος». Όμως από τα τέλη του 4ου αιώνα, όταν το Ανατολικό Ιλλυρικό δέχεται τις επιδρομές βαρβαρικών φύλων, τότε η επαρχία του Ανατολικού Ιλλυρικού περνά στην προστασία και δικαιοδοσία του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους, το οποίο είχε πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη. Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β΄ προσάρτησε και εκκλησιαστικά το Ανατολικό Ιλλυρικό στην Κωνσταντινούπολη, ανακάλεσε όμως την ενέργειά του αυτή μετά από αντιδράσεις της Εκκλησίας της Ρώμης.
Η Ιστορία της Εκκλησίας της Λήμνου
Χριστιανική επιγραφή, που ανάγεται στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Καρακάλλα (211-217 μ.Χ.), φανερώνει ότι στη Λήμνο υπήρχαν χριστιανοί από τις αρχές του 3ου αιώνα. Πότε όμως και από ποιον ή ποιους διαδόθηκε ο Χριστιανισμός στη Λήμνο δεν γνωρίζουμε.
Στην Αγία Γραφή, και συγκεκριμένα στις Πράξεις των Αποστόλων και στις Επιστολές του Αποστόλου Παύλου, δεν γίνεται λόγος εάν ο Απόστολος των Εθνών ή κάποιος συνεργάτης του, περνώντας το Αιγαίο, προσέγγισε τη Λήμνο. Όταν, το θέρος του 49 μ.Χ., ο Απόστολος Παύλος, προερχόμενος από την Τρωάδα με προορισμό τη Νεάπολη, τη σημερινή Καβάλα, παρέπλευσε τη Σαμοθράκη, η Λήμνος ήταν ακριβώς στον δρόμο του. Όμως δεν έχουμε πληροφορίες, εάν αποβιβάστηκε ή όχι και από τη Λήμνο.
Οργανωμένη Εκκλησία έχουμε στη Λήμνο από τις αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνα. Ήδη ο Επίσκοπός της Στρατήγιος πήρε μέρος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (325) ως σύνεδρος, για την καταπολέμηση των κακοδοξιών του Αρείου. Ο αρχιερέας αυτός υπέγραψε ως Επίσκοπος Ηφαιστίας της Λήμνου. Η Ηφαιστία ήταν τότε η πρωτεύουσα της Λήμνου και βρισκόταν κοντά στο σημερινό χωριό Κοντοπούλι, στο βορειοανατολικό τμήμα του νησιού.


Ωστόσο, και αργότερα, κατά τα τέλη του 5ου και στις αρχές του 6ου αιώνα, έγιναν ενέργειες, αυτή τη φορά από πλευράς των αρχιερέων της Θεσσαλονίκης και άλλων Επισκοπών του Ελλαδικού χώρου, να υπαχθούν οι εκκλησιαστικές επαρχίες τους στην Κωνσταντινούπολη. Τελικά, η ενσωμάτωση των ελλαδικών επαρχιών στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως πραγματοποιήθηκε μετά από ενέργειες του αυτοκράτορα Λέοντος Γ΄ του Ισαύρου (717-741), ο οποίος απέσπασε τις επαρχίες της Εξαρχίας Θεσσαλονίκης από την Εκκλησία της Ρώμης και τις υπήγαγε στον Οικουμενικό Θρόνο, στον οποίο ήταν φυσικότερο να ανήκουν.
Πότε ακριβώς, όμως, η Επισκοπή της Λήμνου προήχθη σε Αρχιεπισκοπή; Από τα μέσα του 9ου αιώνα η Εκκλησία της Λήμνου αποσπάσθηκε από τη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, ενώ από τα τέλη του 9ου αιώνα προήχθη σε Αρχιεπισκοπή. Αλλά από τότε που επί αυτοκράτορος Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (1251-1282) συντάχθηκε νέο Τυπικό της τάξεως των Επισκοπών του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η Λήμνος ανήκει πλέον στην κατηγορία των αυτοκέφαλων Αρχιεπισκοπών, με αύξ. αριθμό η΄ (8).
Πότε όμως η Αρχιεπισκοπή της Λήμνου προήχθη σε Μητρόπολη και από πότε ο αρχιερεύς της φέρει τον τίτλο του Μητροπολίτη; Κατά το έτος 1197, επί Πατριάρχου Γεωργίου Β΄ Ξιφιλίνου (1191-1198), συνήλθε Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία, μεταξύ των άλλων αρχιερέων, συμμετείχε και ο Λήμνου Βασίλειος με τον τίτλο του Μητροπολίτη. Ο βασιλεύς Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος (1282-1328) σε έκθεσή του αναγράφει ότι η Αρχιεπισκοπή της Λήμνου είναι μεταξύ εκείνων που τιμήθηκαν ως Μητροπόλεις. Αυτός είχε προαγάγει πολλές Αρχιεπισκοπές και Επισκοπές σε Μητροπόλεις. Ακόμη είχε επιφέρει πολλές μεταβολές στην «Τάξιν» των Εκκλησιαστικών Περιφερειών του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Συνοπτικά, οι μεταβολές που υπέστη η Αρχιεπισκοπή και μετέπειτα Μητρόπολη Λήμνου και η σειρά στην οποία διαδοχικά κατατάσσεται, έχουν ως εξής:
- 22η σειρά, επί Λέοντος Σοφού (9ος-10ος αιώνας)
- 20η σειρά, στην έκθεση Επιφανίου (Ψευδοεπιφανίου)
- 27η σειρά, στις αρχές του 10ου αιώνα
- 8η σειρά, επί Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (13ος αιώνας)
- 102η σειρά, κατά τα μέσα του 14ου αιώνα
- 68η σειρά, μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, όπως αναγράφεται (α) στην τάξη «Πρωτοκαθεδρίας» που συντάχθηκε τον 17ο αιώνα και (β) στο Συνταγμάτιο του 1806
- 59η σειρά, στον «Τακτικόν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολῆς κατάλογον Ἀρχιερέων» μεταξύ 17ου και 18ου αιώνα
- 57η σειρά, στον κατάλογο των αρχιερέων του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, που εκδόθηκε το 1710
- 56η σειρά, στην καταγραφή των επαρχιών και Σταυροπηγιακών Μονών, που έγινε το 1797-1798 από το Οικουμενικό Πατριαρχείο
- 54η σειρά, στο Συνταγμάτιο του 1855
- 50η σειρά, στο Συνταγμάτιο του Ιανουαρίου του 1862
- 46η σειρά, στο Συνταγμάτιο του 1888
- 45η σειρά, στο Συνταγμάτιο του 1897
- 55η σειρά, στον Κανονισμό του τέλους του 19ου αιώνα
Στο συνταγμάτιο «Περὶ ὀφφικίων, κληρικάτων καὶ ἀρχοντικίων τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἁγίας Ἐκκλησίας» του 18ου αιώνα, που έγινε από τόν Πατριάρχη Ιεροσολύμων Χρύσανθο, και στην παράγραφο «Διάγνωσις περὶ τῶν Θρόνων τῶν Ἐκκλησιῶν ... καὶ ποῖοι ἐκ τῶν Μητροπολιτῶν λέγονται Ὑπέρτιμοι καὶ Ἔξαρχοι καὶ ποῖοι μόνον Ὑπέρτιμοι», ο Μητροπολίτης Λήμνου αναφέρεται μόνον ως «Ὑπέρτιμος». Στις αρχές του 19ου αιώνα προστέθηκε και το «Ἔξαρχος παντὸς Αἰγαίου», τίτλος τον οποίο έχει ο Μητροπολίτης της νήσου έως σήμερα.
Μέχρι το 1928, η Ιερά Μητρόπολις Λήμνου υπαγόταν διοικητικά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Τότε, με τον νόμο 3615/1928 «Περὶ διοικήσεως τῶν Μητροπόλεων τῶν Νέων Χωρῶν», υπήχθη διοικητικά στην Εκκλησία της Ελλάδος. Έκτοτε οι ιεράρχες της συμμετέχουν ως σύνεδροι στις συνεδριάσεις της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας και της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου και των Συνοδικών Δικαστηρίων, καθώς και στα άλλα Όργανα της Εκκλησίας της Ελλάδος. Στις ιεροτελεστίες, όμως, ο Μητροπολίτης της μνημονεύει το όνομα του εκάστοτε Οικουμενικού Πατριάρχη, διότι η Ιερά Μητρόπολις Λήμνου, ενώ υπάγεται διοικητικά στην Εκκλησία της Ελλάδος, πνευματικά εξακολουθεί να υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Πηγή: Παλαμηδά-Ευθυμιάδου Θεοδώρας, Εκκλησιαστική Ιστορία Λήμνου, Αλεξανδρούπολη 2020.